Ερχόμενος στο «Αντώνης Παπαδόπουλος», ο Ζόρζε Κόστα επέλεξε να αλλάξει ριζικά τον τρόπο που αγωνίζεται η ομάδα μας. Κάτι βέβαια, το οποίο δεν είναι ποτέ εύκολο, σε καμιά ομάδα. Αυτοί που επέλεξαν δε το ΖΚ τον Αύγουστο, είναι αμφίβολο αν συζήτησαν προηγουμένως μαζί του τον τρόπο με τον οποίο θα παίζει η ομάδα. Άλλωστε από το Γιανέσκι πήγαν στο Ζόρζε Κόστα, σαν να λέμε απ’ το Κατενάτσιο στο Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο!
Το 4-1-4-1 δεν φαίνεται για την ώρα να βγαίνει στο Ζόρζε Κόστα. Όχι βέβαια γιατί έχει κάποιο κουσούρι ο σχηματισμός, αλλά γιατί οι ποδοσφαιριστές που βρίσκονται στο δυναμικό της Μεγάλης Κυρίας δεν δείχνουν ικανοί να τον υποστηρίξουν και να τον εφαρμόσουν. Το 4-1-4-1 στο οποίο αρέσκεται ο Πορτογάλος, αποτελεί ουσιαστικά μια εξέλιξη του ιδιαιτέρως πετυχημένου 4-2-3-1, του συστήματος που μας έβαλε ομίλους. Η πρακτική διαφοροποίηση, είναι η μετακίνηση του ενός από τους δυο κόφτες λίγο πιο μπροστά. Στη φιλοσοφία όμως, υπάρχει τεράστια διαφορά.
Παίζοντας με τέσσερις ποδοσφαιριστές ανάμεσα σε κόφτη και σέντερ-φορ, η επιδίωξη είναι η ομάδα ουσιαστικά να αμύνεται δια της κατοχής. Όσο περισσότερο κρατάς την μπάλα, τόσο λιγότερο κινδυνεύεις από τον αντίπαλο.
Μια ακόμα πρακτική διαφοροποίηση του 4-1-4-1 από το 4-2-3-1, έχει να κάνει με τους ακραίους επιθετικούς. Πολλές φορές είδαμε τους δυο ακραίους μας (συνήθως Φοφανά και Κάλβο) να μην έχουν επιστροφές. Ή καλύτερα, να μην έχουν όσες επιστροφές είχαν οι ακραίοι στο 4-2-3-1 που είμαστε συνηθισμένοι. Αυτό, αποτελεί άλλη μια αναγκαιότητα του νέου συστήματος. Οι ακραίοι επιθετικοί στο 4-1-4-1 είναι ακριβώς αυτό, ακραίοι επιθετικοί και όχι ποδοσφαιριστές που καλύπτουν όλη την πλευρά με επιστροφές. Έτσι συνδράμουν ώστε η μπάλα και η πίεση να μένουν στο αντίπαλο μισό του γηπέδου.
Ένα πλεονέκτημα του 4-1-4-1, είναι η ευελιξία του. Με τους κατάλληλους παίχτες στην εντεκάδα, μπορεί να μετατραπεί είτε στο 4-2-3-1 το οποίο προαναφέραμε, είτε στο 4-4-2, ώστε να αντιμετωπίσει νέα δεδομένα στο παιχνίδι, όπως η αλλαγή στο σκορ ή ο σχηματισμός του αντιπάλου. Πάρτε για παράδειγμα ότι στο κέντρο μας μπροστά από το Μάκο είναι οι Αλέξα και Γκριγκαλασβίλι. Εάν ο Αλέξα έρθει μερικά μέτρα πιο πίσω, έχουμε 4-2-3-1. Εάν μπροστά στο Μάκο είναι οι Γκαρσία και Γκριγκαλασβίλι, ο Γκαρσία μπορεί εύκολα να γίνει δεύτερος επιθετικός και το σύστημα να μετατραπεί σε 4-4-2.
Υπάρχουν δυο κλειδιά για να δουλέψει σωστά το 4-1-4-1. Το ένα, είναι ο παίχτης που αγωνίζεται στη θέση «6», ο καθαρός αμυντικός μέσος. Εκεί αγωνίζεται ο Μάκος. Προφανώς κανείς δεν αμφισβητεί την αξία του ποδοσφαιριστή, αλλά φαίνεται ότι παρά την υπερπροσπάθεια που καταβάλλει, δεν μπορεί να καλύψει μόνος τη θέση. Ίσως με πιο αδύνατους αντιπάλους – όπως ήταν το παιχνίδι στα Κούκλια – να κατόρθωνε να κρατήσει μόνος το κέντρο, να έχει επιστροφές στα μπακ και να κατεβάζει και την μπάλα μπροστά, στους μέσους και επιθετικούς. Πλην όμως, η ταχύτητά του δεν το βοηθά να είναι πανταχού παρών, με αποτέλεσμα πολλές φορές το κέντρο μας να «πνίγεται» όταν ο αντίπαλος κρατά την μπάλα.
Το δεύτερο κλειδί, είναι οι δυο ποδοσφαιριστές μπροστά στον αμυντικό μέσο να έχουν τη δυνατότητα να κυκλοφορούν την μπάλα. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να κάνει ο Αλέξα για παράδειγμα. Θα μπορούσε όμως να γίνει με τους Γκαρσία και Γκριγκαλασβίλι, και τη συνδρομή των ακραίων επιθετικών.
Αυτονόητη θεωρείται η συμμετοχή των ακραίων αμυντικών στο επιθετικό παιχνίδι. Είπαμε, αντικειμενικός σκοπός είναι η μπάλα να διατηρείται στο άλλο μισό του γηπέδου. Εάν τα ακραία μπακ είναι βιδωμένα πίσω από το κέντρο και οι ακραίοι επιθετικοί δεν έχουν επιστροφές, μοιραία η ομάδα μοιράζεται στα δυο. Με τους βραδυκίνητους κεντρικούς αμυντικούς της Ανόρθωσης όμως, δύσκολο τα ακραία μπακ να φεύγουν μπροστά δίχως έγνοια του τι θ’ αφήσουν πίσω τους…
Όλα όσα προαναφέραμε, δεν μπορεί να γίνουν μέσα σε μερικές μέρες ή βδομάδες. Χρειάζεται χρόνος και υπομονή για να μπορέσουν οι ποδοσφαιριστές – αρκετοί και σε προχωρημένη ηλικία – να αφομοιώσουν και να εφαρμόσουν ένα σύστημα το οποίο πολλοί εξ αυτών δεν έχουν ξαναπαίξει. Ας μη γελιόμαστε, είναι πολύ πιο εύκολο να εφαρμοστεί το 4-2-3-1 που δίνει βάρος στο μαρκάρισμα, παρά το 4-1-4-1 που δίνει βάρος στο κράτημα και την κυκλοφορία της μπάλας. Κάποιοι ποδοσφαιριστές μας δε, μάλλον δεν θα καταφέρουν ποτέ να προσαρμοστούν σ’ αυτό το σύστημα.
Ο γράφων, είναι φανατικός της φιλοσοφίας «Κετσπάγια 2007» που παίρνει το αποτέλεσμα. Δεν θα επέλεγε ποτέ για παράδειγμα το ΖΚ για προπονητή, ο οποίος έχει μια εντελώς αντίθετη νοοτροπία. Ωστόσο, θέλω να πιστώσω τον άνθρωπο και τον τρόπο παιχνιδιού του. Θέλει να μας δώσει θέαμα και ωραίο ποδόσφαιρο, εάν και εφόσον οι ποδοσφαιριστές μας καταφέρουν να αφομοιώσουν τη φιλοσοφία του, κάτι που για την ώρα δεν γίνεται. Αλλιώς, ας μην τον επιλέγαμε…