18 Μαρτίου σήμερα και 45 χρόνια πριν, στο Γκάλι της Γεωργίας, ερχόταν στον κόσμο μια ποδοσφαιρική φυσιογνωμία που θα άλλαζε ριζικά τον ποδοσφαιρικό χάρτη της Κύπρου και όχι μόνο! Η Ναρκίσα έφερνε στον κόσμο τον Τιμούρ, γόνο του Βαλίκο Κετσπάγια. Εκπληκτικός ποδοσφαιριστής, εκρηκτικός χαρακτήρας, γεννημένος νικητής. Ένας αληθινός και ντόμπρος άνθρωπος που πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια, πρόσφυγας από το 1992 κι έπειτα, πάντα με μια μπάλα αγκαλιά.
Από μικρός, ο Τιμούρ Κετσπάγια φρόντιζε να φανερώνει σε όλους τόσο το ταλέντο, όσο και την αγάπη του για την στρογγυλή θεά. Ο πάντα αυστηρός πατέρας του, μη θέλοντας να του στερήσει το όνειρο να παίξει κάποτε ποδόσφαιρο σε μεγάλα σαλόνια, πώλησε ακόμα και το μηχανάκι που λάτρευε σαν παιδί, προκειμένου να εξασφαλίσει τα αναγκαία χρήματα και να εγγράψει τον Τιμούρ σε ποδοσφαιρικό σχολείο στην Τιφλίδα. Το σχολείο, αν και αρνήθηκε μετά από ένα χρόνο πρόταση της Δυναμό Κιέβου να πάρει κοντά της τον 15χρονο Τιμούρ, τον “έχασε” ένα έτος αργότερα, όταν ο ταλαντούχος νεαρός μετακόμιζε πίσω στην Αμπχαζία για χάριν της τοπικής Σοχούμι.
Η καταξίωση δεν άργησε, σαν η Δυναμό Τυφλίδας έριχνε τα δίκτυα της και ψάρευε τον Τιμούρ. Αυτό, ήταν και το διαβατήριο του για το πέρασμα στην Ευρώπη. Το καλοκαίρι του 1991, ο πρόεδρος της Μεγάλης Κυρίας Κίκης Κωνσταντίνου μαζί με τον αναμορφωτή της ομάδας Άνχελ Ιορτανέσκου, ταξίδευαν στην Τιφλίδα ψάχνοντας για μεταγραφικό λαβράκι. Όλοι μιλούσαν για κάποιο… Τιμούρ Κετσπάγια. Μια προπόνηση με θεατή τον Ιορτανέσκου ήταν αρκετή και η συμφωνία έκλεισε. Ο Τιμούρ στο Αντώνης Παπαδόπουλος για τρία χρόνια!
Παρέα με το Μάικ Ομπίκου, συνέθεταν ένα δίδυμο που αποτελούσε φόβο και τρόμο για τις αντίπαλες άμυνες. Στην πρώτη χρονιά, ο στόχος – που ήταν το πρωτάθλημα μετά από 29 χρόνια – χάθηκε μόλις για δυο βαθμούς. Η επόμενη, δίχως τους Ιορτανέσκου και Ομπίκου, ήταν καταστροφική, αφού η ομάδα τερμάτισε στην 5η θέση της βαθμολογίας. Την τρίτη και τελευταία του περίοδο στο “ΠΑΠ”, τόσο ο Τιμούρ όσο και η Κυρία έπαιξαν το πιο μεστό αλλά και εντυπωσιακό ποδόσφαιρο. Σίνισα Γκόκιτς και Τόζα Σάπουριτς, συμπλήρωναν την τριπλέττα των ξένων. Άτυχοι όμως και αυτή την χρονιά, αφού ο τίτλος χάθηκε από αγωνιστικούς και εξωαγωνιστικούς λόγους. Μια βδομάδα μετά το τέλος του πρωταθλήματος, έκανε φτερά και το κύπελλο, σε ένα παιχνίδι από το οποίο έλειπε ο Γκόκιτς, ενώ Τιμούρ και Σάπουριτς έπαιξαν τραυματίες. Δεν ήταν γραφτό να σηκώσει τρόπαιο ο Γεωργιανός…
Τρεις φορές μέσα στην χρονιά είχε έρθει στην Κύπρο ο Ντούσαν Μπάγιεβιτς, προκειμένου να δει από κοντά και να βγάλει συμπεράσματα για την ποδοσφαιρική αξία του Κετσπάγια. Η τρίτη και… φαρμακερή, ήταν σε μια εκτός έδρας νίκη της ομάδας μας επί του ΑΠΟΕΛ με 1-3 και ο κύβος ερρίφθη. Ο Τιμούρ από τη νέα χρονιά γινόταν κάτοικος Αθηνών, φορώντας τα κιτρινόμαυρα με το δικέφαλο στο στήθος. Μάλιστα, την ίδια εποχή υπήρχε ενδιαφέρον και από πλευράς Κολωνίας, που αγωνιζόταν στην Μπουντεσλίγκα, αλλά η ΑΕΚ τους πρόλαβε στο νήμα. Από την συμφωνία, η Ανόρθωσις – με την οποία ο Τιμούρ είχε εν τω μεταξύ ανανεώσει τη συνεργασία του – είχε επωφεληθεί το τεράστιο για την εποχή ποσό των 200 χιλιάδων λιρών!
Παρόλο που δεν έκανε καλό ποδαρικό στην Ελλάδα, ενώ ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα και από σοβαρό τραυματισμό με την πρωταθλήτρια να μην τα πηγαίνει καλά, εντούτοις προς το τέλος της περιόδου οι εμφανίσεις του ήταν τέτοιες που “ανάγκασαν” την ΠΑΕ να ανανεώσει τη συνεργασία τους για δυο ακόμη χρόνια και μάλιστα χωρίς καμιά ρήτρα!
Την περίοδο 1995-96 έκανε καταπληκτική σεζόν. Εκπληκτικό ποδόσφαιρο από την ΑΕΚ, αλλά το πρωτάθλημα χάνεται στο νήμα, με μια ισοπαλία με την Παναχαϊκή. Πάλι άτυχος ο Τιμούρ που αρχίζει να πιστεύει πως είναι… γκαντέμης! Ωστόσο, έστω και για παρηγοριά, οι Ενωσίτες χάρηκαν το κύπελλο, με τον Κετσπάγια να χρίζεται σκόρερ στον τελικό. Το ίδιο σενάριο επαναλήφθηκε και στην τελευταία του χρονιά στη Νέα Φιλαδέλφεια, με την κατάκτηση του κυπέλλου να σφραγίζει και πάλι ευχάριστα την περίοδο και τις Καϊζερλάουτερν του Ρεχάγκελ και την Νιούκαστλ να σφάζονται για τα μάτια του καραφλού πια παιχταρά! Τα λεφτά των Γερμανών μπορεί να ήταν περισσότερα, μα ο Τιμούρ δεν ήταν πλεονέκτης. “Μίλησε” η λατρεία για το ποδόσφαιρο και ο πόθος να παίξει στα σαλόνια του καλύτερου πρωταθλήματος στον κόσμο: της Πρέμιερ Λιγκ.
Πήρε λοιπόν τις αποσκευές, τη νεογέννητη Λήδα και ξεκίνησε για το όνειρο. Εντυπωσιασμένος από τις εγκαταστάσεις και την υποδομή, ήταν πλέον σε θέση να ξεδιπλώσει το αστείρευτο ταλέντο του μπροστά στο αγγλικό κοινό, αλλά και τους φανατικούς του φίλους σε Κύπρο και Ελλάδα που θα τον παρακολουθούσαν από τις τηλεοράσεις. Ο Κένι Νταγκλίς έδειχνε πλήρη εμπιστοσύνη στον Γεωργιανό που μπήκε αμέσως στο πετσί της ομάδας και τον δικαίωσε από τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ, στο Ζάγκρεμπ. Δυο λεπτά πριν το τέλος της παράτασης με – τι άλλο – ένα ξερό αριστερό κεραυνό, κάρφωνε τους Κροάτες και έστελνε την Αγγλική ομάδα για πρώτη φορά στους ομίλους και τον κόσμο της στους εφτά ουρανούς. Η συνέχεια εξίσου καλή για τον Τιμούρ, με την ομάδα του έχοντας τον ως βασικό στα πλείστα παιχνίδια να φτάνει στον τελικό κυπέλλου του “Γουέμπλεϊ” με αντίπαλο την πρωταθλήτρια Άρσεναλ. Ο τίτλος μπορεί να χάθηκε, αλλά στο “Σεντ Τζέιμς Παρκ” στήθηκαν πανηγύρια. Εμπειρία πρωτοφανής για τον Κετσπάγια, που έτυχε μαζί με τους συμπαίχτες του υποδοχής ηρώων.
Η έλευση του Γκούλιντ τη νέα περίοδο θα άφηνε τον Κετσπάγια στον πάγκο, προκειμένου να παίζουν οι αστέρες και τα υψηλά συμβόλαια. Ωστόσο, όποτε καλούνταν να αγωνιστεί, ο Τιμούρ δήλωνε “παρών” και αρκετές φορές μάλιστα εκκωφαντικό, με τις γνωστές… γκολάρες του! Στο τέλος, η Νιούκαστλ προκρίθηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στον τελικό του κυπέλλου αυτή τη φορά με τη “Μάντσεστερ Γιουνάιτετ”, ενώ είχε ήδη εξασφαλισμένη την ευρωπαϊκή έξοδο. Ένα δοκάρι του Τιμούρ πριν το τέλος ήταν το μόνο που κατάφεραν οι ανθρακωρύχοι, με αποτέλεσμα να χάσουν με 1-0. Το σκηνικό όμως στους δρόμους προς το Νιούκαστλ, ίδιο με την περασμένη χρονιά: πανηγύρια και χαρές!
Τρία τα χρόνια παραμονής του Τιμούρ και στο Νιούκαστλ, παρόλο που κατά τη διάρκεια της περιόδου 1999-2000 συμφώνησε με τη διοίκηση επέκταση συμβολαίου μέχρι το 2003! Ο Μπόμπι Ρόμπσον που ανέλαβε όμως τα ηνία στην ομάδα, είχε διαφορετική άποψη, αφού τον “έκοψε” από την προετοιμασία. Λίγο αργότερα, οι δυο άντρες συγκρούστηκαν έντονα, με αποτέλεσμα ο Τιμούρ να πάρει την απόφαση πως η Νιούλαστλ τελείωσε γι’ αυτόν.
Η Γουλβς άδραξε την ευκαιρία, για να εντάξει στο δυναμικό της τον τριανταδιάχρονο πλέον Κετσπάγια, έναντι 900 χιλιάδων λιρών που δόθηκαν στη Νιούκαστλ, σε μια προσπάθεια των διοικούντων της ομάδας στο “Μολινό” να ανέβουν στην “Τσάμπιονσιπ”. Η αντικατάσταση του Κόλιν Λι από τον Ντέιβιντ Τζόουνς μερικούς μήνες αργότερα στο τιμόνι του Συλλόγου, θα άφηνε τον Τιμούρ στη δεύτερη σειρά των επιλογών. Το καλοκαίρι του 2001 μετακόμισε στην Σκοτία και συγκεκριμένα την Νταντί. Εκεί, βρήκε την ποδοσφαιρική του γαλήνη και θα μπορούσε να έμενε για χρόνια, αφού τον ήθελαν και για το τεχνικό επιτελείο της ομάδας, ωστόσο ο κακός καιρός ενοχλούσε πρώτα την οικογένεια και μετά το γόνατό του.
Η ώρα για επιστροφή στην ποδοσφαιρική Ιθάκη έφτασε. Όπως υποσχέθηκε στον γαλανόλευκο κόσμο φεύγοντας, κάποτε θα ξαναγυρνούσε. Το 2002, ο Τιμούρ επέστρεφε στο Αντώνης Παπαδόπουλος, ξεσηκώνοντας ένα πρωτοφανές κύμα ενθουσιασμού στους φίλους και οπαδούς της Μεγάλης Κυρίας. Ο σπουδαιότερος ποδοσφαιριστής που πέρασε απ’ τα κυπριακά γήπεδα επέστρεφε με ένα στόχο: να κατακτήσει επιτέλους(!) ένα τίτλο πρωταθλήματος, μαζί με την ομάδα απ’ την οποία ξεκίνησε τη μεγάλη του ευρωπαϊκή καριέρα. Με το “καλημέρα”, έστειλε μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση, σκοράροντας στην πρόκριση για το Κύπελλο Ουέφα με τον Ηρακλή!
Σε μια χρονιά που πέρασαν απ’ την ομάδα μας οι Κοστόφ (έφυγε απ’ την Ασπίδα), Λόρενς και Μιχαηλίδης, περιοριστήκαμε στη δεύτερη θέση. Η χρονιά όμως σώθηκε, με την κατάκτηση του κυπέλλου στον τελικό με την ΑΕΛ. Σκόρερ του τελευταίου πέναλτι στη διαδικασία των οποίων κρίθηκε η αναμέτρηση, ο Τιμούρ!
Η επόμενη χρονιά, πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Τόσο σε αγωνιστικό επίπεδο – όπου τον Μιχαηλίδη αντικατέστησε ο Μιτόσεβιτς – όσο και σε οικονομικό, όπου το Σωματείο απειλούνταν με αγωγές, προσφυγές και τα χρέη έσφιγγαν τη θηλιά στο λαιμό των διοικούντων. Ο αείμνηστος Κυριάκος Θεοχάρους, δυο μέρες πριν την πρωτοχρονιά του 2004, ανέθεσε στον Τιμούρ το πόστο του παίχτη-προπονητή. Ίσως η πιο σωστή και πιο σπουδαία απόφαση που έλαβε ποτέ! Πείθοντας τον Χριστάκη Κασσιανό να γίνει βοηθός του, ξεκίνησαν το δύσκολο έργο της αναδιοργάνωσης της ομάδας, υπό ένα όρο: να πληρώνονται κανονικά οι ποδοσφαιριστές.
Η περίοδος 2004-05, ήταν κρίσιμη για την επιβίωση του Σωματείου. Η Ανόρθωσις, με τον Αντρέα Παντελή πρόεδρο και τον Τιμούρ προπονητή, μάζεψε κάποια λεφτά το καλοκαίρι από το τουρνουά που διοργάνωσε με ΑΕΚ, Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό στο οποίο έπαιξε σπουδαία μπάλα. Αυτά τα χρήματα, έφεραν στην Κύπρο τους Βόουτερ, Κικλάντζε και Φρούσο. Με ένα ολιγομελές ρόστερ, με τον Τιμούρ πρωταγωνιστή σε αρκετά παιχνίδια, η Ανόρθωσις έκανε μια εξαιρετική χρονιά, αποδίδοντας ελκυστικό, επιθετικό ποδόσφαιρο. Αποκορύφωμα το 2-3 στο άνδρο του αντίπαλου ΑΠΟΕΛ, το οποίο “κλείδωσε” το πρωτάθλημα παρά τις μετέπειτα αθέμιτες συνωμοσίες. Πρώτο πρωτάθλημα στην καριέρα του μεγάλου αυτού ποδοσφαιριστή.
Το καλοκαίρι που ακολούθησε, ήταν το καλοκαίρι της Κύπρου! Η μοίρα, έφερε αντίπαλο της προσφυγικής μας ομάδας στην προσπάθεια για τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, την τουρκική Τραμπζονσπόρ. Η ιστορία λίγο-πολύ γνωστή. Το ανεπανάληπτο έπος ξεκίνησε να γράφεται από το ΓΣΠ, με το 3-1 της ομάδας μας και ολοκληρώθηκε στις δύσκολες συνθήκες της Τουρκίας με την αναίμακτη ήττα με 1-0! Αναμφίβολα, εκείνες οι βδομάδες ήταν η μοναδική περίοδος που σύσσωμος ο κυπριακός Ελληνισμός βρέθηκε ενωμένος, συσπειρωμένος στο πλευρό της ομάδας μας, ζώντας μαζί με τα παλληκάρια του Τιμούρ την αγωνία της πρόκρισης. Η υποδοχή του ως ήρωα στη συνέχεια πίσω στην Κύπρο, φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων.
Η χρονιά έκλεισε χωρίς τίτλο, ενώ την επόμενη η Ανόρθωσις αν και δεν ξεκίνησε καλά, κατόρθωσε να πάρει στον τελικό του ΓΣΠ το κύπελλο, απέναντι στην Ομόνοια με 2-3. Λίγες βδομάδες πιο πριν, στο παιχνίδι με την ΑΕΛ, ο Τιμούρ κρέμαγε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια με την ιαχή “ΤΙΜΟΥΡ-ΤΙΜΟΥΡ-ΤΙΜΟΥΡ” να δονεί την ατμόσφαιρα. Πλέον, είχε όλο τον χρόνο να αφοσιωθεί στα προπονητικά του καθήκοντα, ψυχή τε και σώματι.
Συνεχίζοντας απ’ εκεί που έμεινε, ο Τιμούρ έφτιαξε μια ομάδα μοντέλο που την επόμενη χρονιά έμοιαζε ασταμάτητη. Χωρίς τους παίχτες αστέρες, με ποδοσφαιριστές που πήρε κυρίως φτηνά από την κυπριακή αγορά, δημιούργησε ένα συμπαγές σύνολο που πήρε τον τίτλο αήττητο, ξεχωρίζοντας από πολύ νωρίς. Ήταν το πρώτο πρωτάθλημα 32 αγωνιστικών και η Ανόρθωσις δεν έχασε παιχνίδι! Το καλοκαίρι της ίδιας περιόδου, το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Με καθοδηγητή τον Τιμούρ Κετσπάγια, για πρώτη φορά κυπριακός σύλλογος θα μπει στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, πετώντας στο καναβάτσο Ραπίντ Βιέννης και Ολυμπιακό Πειραιώς. Παρά τη ρήση του Τιμούρ που παρερμηνεύτηκε “θα πάμε να το διασκεδάσουμε”, η ομάδα έπαιξε σπουδαία μπάλα, τερματίζοντας μόνο λόγω συγκυριών τελευταία στον όμιλο, έχοντας έξι βαθμούς, αήττητη στο ΓΣΠ που χρησιμοποίησε ως έδρα. Σκόραρε μάλιστα τριάρες κόντρα στην Ίντερ του Μουρίνιο και τον Παναθηναϊκό, ενώ με δυο γκολ φιλοδώρησε τη Βέρντερ από την οποία δεν έχασε ούτε εντός, ούτε εκτός Κύπρου.
Η διοικητική κρίση που ξέσπασε το Νοέμβριο, δεν επέτρεψε στην ομάδα που ήταν πρώτη τότε στο πρωτάθλημα να διεκδικήσει τον τίτλο. Εσωτερικές έριδες, κακό κλίμα στην εξέδρα, ανυπαρξία στο παρασκήνιο μεταφέρονταν όλα στην ομάδα και ροκάνιζαν τη δυναμική της. Η τεχνητή αμφισβήτηση προς το πρόσωπο του προπονητή, τον οδήγησε όταν χάθηκε οριστικά ο τίτλος σε παραίτηση, ώστε έγκαιρα το Σωματείο να σχεδιάσει την επόμενη μέρα και να ηρεμήσει επιτέλους.
Πλέον, ο Τιμούρ ήταν ελεύθερος και ο Σωκράτης Κόκαλης δεν έχασε την ευκαιρία να αποσπάσει την υπογραφή του για να τον πάρει στον Ολυμπιακό. Την πρόκριση στους ομίλους, που στέρησε από την πειραϊκή ομάδα όντας προπονητής του Φοίνικα, τους την έδωσε όχι απλά αήττητος, αλλά χωρίς να δεχτεί γκολ. Οι σχέσεις όμως με τους οργανωμένους δεν ήταν καλές και στην πρώτη απώλεια βαθμών με εντός έδρας ισοπαλία (!), ο Τιμούρ κούνησε μαντίλι. Μεγάλη μερίδα του τύπου κάνοντας αργότερα αυτοκριτική, έκρινε ως λανθασμένο τον πόλεμο κατά του Κετσπάγια. Ωστόσο, ήταν ίσως το καλύτερο “δώρο” για τον Γεωργιανό, αφού άνοιξε ο δρόμος για το εθνικό του συγκρότημα.
Στην εθνική ομάδα της Γεωργίας, ο Τιμούρ μπορούσε επιτέλους να εφαρμόσει το πλάνο του. Πήρε μια ομάδα που αγνοούσε την χαρά της νίκης για χρόνια και της έδωσε ταυτότητα και πνοή. Πήρε σπουδαία αποτελέσματα στα προκριματικά του Μουντιάλ, ενώ σήμερα έχει κάθε λόγο να ονειρεύεται συμμετοχή στην τελική φάση του Euro.
Εμείς, ευχόμαστε στον Τιμούρ χρόνια πολλά και καλά, γεμάτα ευτυχία προσωπική, οικογενειακή αλλά επαγγελματική. Ανυπομονούμε για τη μέρα εκείνη που θα τον ξαναδούμε στο Αντώνης Παπαδόπουλος, να στέκεται μπροστά στον πάγκο της ομάδας μας και να δίνει οδηγίες.