21 Σεπτεμβρίου 1956: Κρέμασαν τον Παναγίδη, τον Κουτσόφτα, και τον Μαυρομμάτη

Ξεχωριστό ήταν εκείνο το ξύπνημα της 21ης Σεπτεμβρίου του 1956. Ο ήλιος ήταν πιο φωτεινός από κάθε άλλο πρωινό. Άλλοι τρεις νέοι είχαν γίνει λαμπάδες στο βωμό της απελευθέρωσης της πατρίδας μας από τον Άγγλο κατακτητή. Ο 24χρονος Στέλιος Μαυρομμάτης, ο 22χρονος Μιχαήλ Κουτσόφτας και 22χρονος, πατέρας τριών παιδιών Ανδρέας Παναγίδης, έγραψαν με χρυσά γράμματα τα ονόματα τους στο πάνθεο των ηρωομαρτύρων αυτού του νησιού, προσφέροντας τη ζωή τους, για τον ανεκπλήρωτο πόθο του Ελληνισμού του νησιού. Την Ένωση μετά της μητρός πατρίδος.

Ο εικοσιτριάχρονος Στέλιος Μαυρομμάτης έγραψε στους γονείς και τα αδέλφια του τρεις ημέρες πριν τον απαγχονισμό του:

«Θέλω να ξέρετε πως ο υιός και αδελφός σας πέθανε με το χαμόγελο στα χείλη, γιατί κράτησε μέχρι τέλους τον ιερόν όρκον που έδωσε: να θυσιαστή χάριν της ελευθερίας της Κύπρου. Θέλω να είστε περήφανοι γιατί ο υιός και αδελφός σας θυσιάστηκε, γιατί θέλησε να χάρη κι αυτός, μαζί με όλους τους Ελληνες της Κύπρου, το μεγαλύτερο δώρο που χάρισε ο Θεός στην ανθρωπότητα. Την ελευθερία».

Συγκλονιστικό ήταν και το γράμμα του εικοσάχρονου Μιχαήλ Κουτσόφτα προς τη μητέρα του πέντε ημέρες πριν την εκτέλεση του:

«Να έχετε όλοι πίστη στον ΄Αγιο Θεό. Σταθείτε σαν Ελληνίδες μητέρες. Μην λυπάστε, γιατί δεν θα με χάσετε. Με αφιερώνετε στην Πατρίδα. Είναι άδικο να κλειδώνονται αθώοι μέσα στα σίδερα, με μόνη κατηγορία ότι είναι ΄Ελληνες της Κύπρου. Τα κελλιά μας δονούνται από τα πατριωτικά μας τραγούδια, οι σκοτεινές φυλακές λάμπουν από την αθωότητα μας».

O εικοσιδυάχρονος Ανδρέας Παναγίδης ήταν ο μόνος έγγαμος από όσους απαγχονισαν οι Βρετανοί και πατέρας τριών παιδιών. Το τελευταίο του γράμμα, προς τη γυναίκα και τα παιδιά του, κατάθεση μιας υπερήφανης και γνήσιας Eλληνικής ψυχής, παρατίθεται ολόκληρο και ασχολίαστο, ως απόδειξη του μεγαλείου του:
«Αξιολάτρευτα μου παιδιά,
πολυαγαπημένη μου γυναίκα,
Χαίρετε.

Αυτήν την στιγμήν που σας γράφω είναι Τρίτη, 10 η ώρα το βράδυ. Ακριβώς πριν τρία λεπτά μας ειδοποίησαν ότι χαράματα της Παρασκευής 21-9-1956, θα εκτελεσθούμε. ΄Ισως, όταν διαβάζετε αυτό το γράμμα, εγώ να μην υπάρχω αναμεταξύ στους ζωντανούς.

Λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα, στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης Ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδία, να γινήτε καλοί Χριστιανοί και καλοί ΄Ελληνες Κύπριοι. Ακολουθήστε πάντα τον δρόμο της αρετής. Να είσθε πάντα βέβαιοι ότι σας αγάπησα τόσο θερμά και με μια απέραντη πατρική αγάπη. Αλλά δυστυχώς σας αφήνω, χωρίς να σας δω να μεγαλώνετε, όπως το ωνειρευόμουν…

…Κι εσύ, πολυαγαπημένη μου Γιαννούλα, σου ζητώ για τελευταία χάρι να περνάς καλά με τα παιδιά μας. Αγάπα τα θερμά, τόσο πολύ, και για μένα. Και εγώ από ψηλά θα σας στέλλω τις πιο θερμές μου ευχές. Και να σεβαστής και το δικό μου όνομα. Βλέπεις ότι η μοίρα θέλησε να μας πικράνη στα πρώτα χρόνια του γάμου μας. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, ένα χαμόγελο γλυκύ στολίζει τα χείλη μου, γιατί είμαι ευτυχισμένος που αφήνω τα παιδιά μου σε μια καλή μητέρα, Η ψυχή μου είναι γεμάτη μια αληθινή χαρά, γιατί είμαι υπερήφανος για σένα. Μη δώσεις καμιά ματιά στο παρελθόν, αλλά κύτταζε το παρόν. Σου ζητώ συγγνώμην και συγχώρεσι για ό,τι σου έφταιξα Γιαννούλα.

…Εχετε γεια, μια και για πάντα, αγαπημένες μου υπάρξεις. Με φιλιά και αγάπη ο σύζυγος σου και ο αγαπητός σας πατέρας
Ανδρέας Σ. Παναγίδης.»

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ