Εικόνα σήψης και αποσύνθεσης, τόσο στο γήπεδο όσο και στην κερκίδα. Η παρακμή της ομάδας αποτυπωμένη πιο ωμά από ποτέ. Όταν βρεθήκαμε πίσω στο σκορ από ακόμα ένα αστείο γκολ άγγιξα τα όρια της κατάθλιψης. Στο πρώτο ημίχρονο αν δεν σου έλεγε κάποιος ότι φορούσαμε τις άσπρες στολές και ο Εθνικός τις μπλε θα δυσκολευόσουν να ξεχωρίσεις ποια είναι η ομάδα του χωριού και ποια η Ανόρθωση. Παίκτες απλήρωτοι, χωρίς καθόλου ηθικό μετά τους τελευταίους πάτσους, αποκαρδιωμένοι και από την εγκατάλειψη του κόσμου, έψαχναν κίνητρο να παίξουν μπάλα στον άθλιο αγωνιστικό χώρο που θύμιζε το Δασάκι της δεκαετίας του ’80, όπου το γήπεδο ήταν πιο κατάλληλο για να φυτέψεις πατάτες παρά να παίξεις μπάλα.
Το γκολ του Σίλας καταρράκωσε ακόμα περισσότερο το ηθικό των παικτών. Με την αργή τριάδα των Αλέξα-Οχαγιόν-Μπεσέρα στο κέντρο, δύο παίκτες του Εθνικού (Σίλας-Πογιατζής) με συνολική ηλικία 72 χρόνια (!) ήλεγχαν το παιχνίδι και εμείς πασχίζαμε να τους πάρουμε τη μπάλα. Μόνη όαση τα στημένα του Οχαγιόν, από τα οποία δημιουργήσαμε τις πιο καλές ευκαιρίες μας αλλά και για καλή μας τύχη το αυτογκόλ που έφερε το παιχνίδι στα ίσα.
Το γκολ αναπτέρωσε κάπως το ηθικό μας και σε συνδυασμό με την αποχώρηση του Πογιατζή στο ημίχρονο η ομάδα παρουσιάστηκε πιο αποφασισμένη στο δεύτερο. Η κατακόρυφη άνοδος του Φοφανά ήταν αυτή που έφερε τις ευκαιρίες (βλ. Μακρής) αλλά και το γκολ του Κολαούτι. Παρόλα αυτά η ομάδα δε σου έβγαζε τη σιγουριά –ακόμα και όταν ο αντίπαλος έμεινε με 10 χάνοντας τον πιο δημιουργικό του παίκτη– ότι μπορούσε να κρατήσει τη νίκη. Ο Εθνικός μύρισε ‘ψόφιο’ και δεν τα έβαλε κάτω, προσπαθώντας για την ισοφάριση μέχρι το τέλος, δημιουργώντας προϋποθέσεις κυρίως με τα επικίνδυνα στημένα του Αουρέλιο. Ευτυχώς, έστω και ανορθόδοξα, κρατήσαμε.
Το μόνο που θα μας μείνει από αυτό το παιχνίδι είναι οι τρεις βαθμοί. Έπιασα τον εαυτό μου ακόμα και δύο ώρες μετά τη λήξη να μην ηρεμά από το άγχος που ένοιωθα κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Μια ομάδα χωρίς ηγέτη σε κανένα επίπεδο (γήπεδο, πάγκο, διοίκηση), εγκαταλελειμμένη και από τον κόσμο της πορεύεται με βάρκα την… εταιρεία στη χειρότερη οικονομικά κρίση της ιστορίας της. Δεν θα σας πω ούτε λόγια ενθάρρυνσης ούτε ελπίδας. Γιατί πολύ απλά δεν έχω. Έβλεπα τον αγώνα με τον πεντάχρονο γιο μου και υπήρχαν στιγμές που ένοιωθα τα μάτια μου να γεμίζουν από την απόγνωση για την κατάντια μας. Παρόλο που είμαι από τους Ανορθωσιάτες που μεγάλωσαν με την Ανόρθωση της άμεσης προσφυγιάς που πέρασε από χίλια μύρια προβλήματα μέχρι να βρει τα πόδια της και πάλι, παρόλο που μεστώθηκα περισσότερο με την Ανόρθωση της φάπας (κάτι εξάρες από Αέλ, πεντάρες από Άρη και Ολυμπιακό) παρά με αυτήν των θριάμβων , αυτό που ζούμε σήμερα δε συγκρίνεται γιατί πολύ απλά προκαλεί οίκτο, που προσωπικά το βρίσκω πιο ανυπόφορο από οποιαδήποτε ντροπή και ταπείνωση ζήσαμε είτε στο πρόσφατο είτε στο μακρινό παρελθόν.