Αφιέρωμα στο Μίμη Πιερράκο, τον πρώτο προπονητή στην ιστορία της Μεγάλης Κυρίας που έπεσε από ιταλικά πυρά κατά την αντίσταση των Ελλήνων το 1940 κόντρα στις δυνάμεις του Άξονα στο μέτωπο της Ηπείρου, φιλοξενεί η σελίδα στο facebook Pride of Famagusta – Glory Days.
«Λίγες μέρες πριν από τη μεγάλη εθνική επέτειο του «ΟΧΙ», κάνουμε το πρώτο αφιέρωμα σε ένα δικό μας ήρωα του έπους του 1940:
Δημήτρης ή Μίμης Πιερράκος , ο πρώτος προπονητής της ποδοσφαιρικής μας ομάδας, ο οποίος αγωνιζόταν και ως ποδοσφαιριστής.
Διεθνής ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού, εκλήθη από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανόρθωσης να οργανώσει την ποδοσφαιρική ομάδα για να συμμετάσχει στο πρώτο Ποδοσφαιρικό Πρωτάθλημα της ΚΟΠ την περίοδο 1934-35. Ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές στην Κύπρο, από το 1934 μέχρι το 1937, όταν επέστρεψε στην Αθήνα.
Γεννήθηκε το 1909 στο Γύθειο αλλά από το 1912 με την οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην Ένωση Αμπελοκήπων, όπου τον εντόπισαν οι υπεύθυνοι του Παναθηναϊκού και το 1926 εντάχθηκε στους πρασίνους σε ηλικία 17 ετών. Τα πρώτα δύο χρόνια ήταν αναπληρωματικός του επιθετικού Μιχάλη Παπαδόπουλου και αγωνίστηκε σε ένα μόνο παιχνίδι με το Π.Σ. Γουδί. Στη συνέχεια καθιερώθηκε και με τον ΠΑΟ κατέκτησε επτά πρωταθλήματα της Ε.Π.Σ. Αθηνών, το Πανελλήνιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου ανδρών 1929-1930 και το Κύπελλο Ελλάδος ποδοσφαίρου ανδρών 1940. Στον Παναθηναϊκό υπήρξε συμπαίκτης με τον αδερφό του Στέφανο Πιερράκο, επίσης βασικό στέλεχος των πρασίνων τη δεκαετία του ’30.
Ο Μίμης Πιερράκος αγωνίστηκε σε τέσσερα ματς με την Εθνική Ελλάδας από το 1931 ως το 1933 και πέτυχε ένα γκολ σε αγώνα εναντίον της Γιουγκοσλαβίας για το 3ο Βαλκανικό Κύπελλο Εθνών Ποδοσφαίρου.
Με το ξέσπασμα του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο μέτωπο ως ασυρματιστής. Στις 18 Νοεμβρίου 1940 βρισκόταν στην περιοχή Διποταμιά της Βορείου Ηπείρου και το πρωί συνέλαβε αιχμάλωτο έναν Ιταλό αεροπόρο που είχε πέσει με αλεξίπτωτο. Αργότερα την ίδια ημέρα η μονάδα του δέχτηκε πυρά από το ιταλικό πυροβολικό. Ο Πιερράκος απασχολημένος να ολοκληρώσει μια επιστολή που έγραφε προς τον αδερφό του δεν έσπευσε να καλυφθεί, με αποτέλεσμα να χτυπηθεί από το θραύσμα μιας οβίδας και να σκοτωθεί.
Θάφτηκε σε νεκροταφείο της Αλβανίας, μαζί με άλλους Έλληνες νεκρούς στρατιώτες. Μετά τον πόλεμο ο αδερφός του Στέφανος, με τη βοήθεια του έφεδρου λοχία Χαράλαμπου Παπαδόπουλου που συνυπηρετούσε με τον Μίμη και ενός βορειοηπειρώτη κατοίκου της Διποταμιάς που είχε βοηθήσει στην ταφή, εντόπισε τον τάφο του Μίμη Πιερράκου. Το 1950 μετέβη στην Αλβανία, από όπου μετέφερε τα οστά του, τα οποία τάφηκαν στο νεκροταφείο Ζωγράφου με τιμές, σκεπασμένα με την ελληνική σημαία και το λάβαρο του Παναθηναϊκού.
Ο Μίμης Πιερράκος που προκαλούσε το θαυμασμό όλων, τόσο εντός όσο και εκτός γηπέδων, ιδιαίτερα στην Αμμόχωστο, τρία χρόνια μετά την αποχώρησή του από την Κύπρο και με νωπές ακόμη τις έγνοιες και τις ανησυχίες του λαού μας για τον εθνικό σκοπό, «σκόραρε» και στο Πάνθεον των ηρώων. Σύμφωνα με μαρτυρίες από την οικογένειά του, η παρουσία του στην Ανόρθωση και την Αμμόχωστο ήταν καταλυτική ως προς τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.Τίμησε και το φοίνικα που φορούσε στο στήθος και βύθισε σε πένθος όλους τους φίλους του στην Αμμόχωστο.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ ΑΝΗΚΕΙ!»