Σαν σήμερα 19/11/1958: Πέφτει o Μάτσης Κυριάκος.

Ο Κυριάκος Μάτσης τελείωσε το δημοτικό σχολείο Παλαιχωρίου και το Γυμνάσιο Αμμοχώστου, όταν αυτό λειτουργούσε στο Τρίκωμο, όπου είχε μεταστεγαστεί λόγω του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Σπούδασε γεωπονία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εργαζόταν ως γεωπόνος στην Αμμόχωστο, όταν άρχισε ο αγώνας. Ξεχώριζε για την αγάπη του προς την Ελλάδα, τον άνθρωπο και τη γη, αποκαλώντας καταχραστές της γης όσους δεν καλλιεργούσαν τη γη τους. Αγωνίστηκε σκληρά για τα δίκαια του αγρότη και του εργάτη μέσα στις τάξεις των οργανώσεών τους, της ΠΕΚ και της ΣΕΚ, των οποίων υπήρξε ένας από τους ιδρυτές. Ο πόθος του για απελευθέρωση της Κύπρου εκδηλώθηκε έντονα κατά τα φοιτητικά του χρόνια με ομιλίες και οργάνωση αγωνιστικών εκδηλώσεων στη Θεσσαλονίκη. Διετέλεσε τομεάρχης της ΕΟΚΑ σε περιοχή της επαρχίας Αμμοχώστου από το 1955, αρχηγός συνδέσμων της ΕΟΚΑ από τον Αύγουστο του 1955 ως το Φεβρουάριο του 1956, και τομεάρχης Κερύνειας μέχρι το τέλος του αγώνα.

Στις 9 Ιανουαρίου 1956 συνελήφθη και βασανίστηκε άγρια με ηλεκτροσόκ και άλλες μεθόδους. Επειδή ήταν γνωστή η σχέση του με τον αρχηγό Διγενή και ο σημαντικός ρόλος του στον αγώνα, τον επισκέφθηκε στο ανακριτήριο της Ομορφίτας ο ίδιος ο Κυβερνήτης Χάρντιγκ και του πρόσφερε το μυθικό για την εποχή εκείνη ποσό των 500.000 λιρών, καθώς και φυγάδευσή του για προστασία, αν αποκάλυπτε πού κρυβόταν ο Διγενής. Οργισμένος ο Μάτσης κτύπησε τη γροθιά του στο τραπέζι και του απάντησε «Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής. Λυπούμαι εξοχότατε, αλλά με προσβάλλετε». Ο Κυβερνήτης αποχώρησε αμέσως. Εκτιμώντας το ήθος του Κυριάκου έδωσε εντολή να σταματήσουν τα βασανιστήρια που του έκαμναν. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς.

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1956 δραπέτευσε και ανέλαβε ως τομεάρχης τον τομέα της Κερύνειας, όπου ανέπτυξε πλουσιότατη και πολύπλευρη δράση. Επικηρύχθηκε με το ποσό των πέντε χιλιάδων λιρών.

Οι Άγγλοι φθάνουν στο Δίκωμο στις 19 του Νιόβρη μετά από πληροφορίες, συλλαμβάνουν αριθμό ανδρών τους οποίους και μεταφέρουν για ανάκριση στο κτίριο του Β΄ Δημοτικού Σχολείου. Αργότερα οι Άγγλοι αποφασίζουν να διενεργήσουν έρευνα σε σπίτια της δυτικής άκρης του χωριού, όπου ανακαλύπτουν το κρησφύγετο στο σπίτι του Διάκου και καλούν το Μάτση και τους συντρόφους του να παραδοθούν.
Ο σύντροφος του ήρωα Ανδρέας Σοφιόπουλος αφηγείται τι τους είπε μεταξύ άλλων ο Μάτσης:

«Το κρησφύγετο δε μας χωρεί να κινηθούμε. Βγάτε εσείς, κι εγώ θα σκεφτώ τι θα κάμω. Σας διατάσσω, είπε με συγκίνηση – και πρόσθεσε: Η πατρίδα θα σας χρειαστεί. Κι έσκυψε μέσα στο σκοτεινό κρησφύγετο και μας φίλησε. Τα δάκρυα, καυτά, μάς έβρεχαν το πρόσωπο. Μαντέψαμε τη συνέχεια. Τρεμάμενη τότε η φωνή του Μάτση να μας λέει τα τελευταία του λόγια, αργά σ’ επίσημο τόνο, επιβλητικό: Αξέχαστα παιδιά μου. Σας είπα πως την τελευταία φορά που συναντήθηκα με το φίλο μου τον Αυξεντίου σφίξαμε τα χέρια κι ευχηθήκαμε καλή αντάμωση. Τώρα θα πάω να τον βρω. Με περιμένει. Τώρα σας διατάσσω να βγείτε…».

Οι σύντροφοι του Μάτση βγαίνουν από το κρησφύγετο και ο επικεφαλής του αποσπάσματος ταγματάρχης Μακρίτσι μαζί με το μεταφραστή του πήγαν κοντά στην είσοδο και καλούν και πάλι το Μάτση να παραδοθεί. Η απάντηση είναι αρνητική, εκνευρίζεται ο Μακρίτσι και ρίχνει μια καπνογόνο η οποία δεν εξερράγη, ενώ ακούγεται ριπή από την πλευρά του κρησφυγέτου. Μετά από λίγη ώρα οι Άγγλοι έριξαν χειροβομβίδα μέσα στο κρησφύγετο με αποτέλεσμα ο Μάτσης να βρει ακαριαίο θάνατο. Ο 20χρονος Άγγλος στρατιωτικός που έριξε τη χειροβομβίδα το 1958 βρισκόταν το καλοκαίρι του 1982 για διακοπές στην Κύπρο όπου μεταξύ άλλων ανέφερε:

«Με είχαν διατάξει. Δεν ξέρω αν εγώ τον σκότωσα, θα μου μείνει αξέχαστη αυτή η στιγμή. Πρώτα βγήκαν οι δυο σύντροφοί του. Τον καλέσαμε να βγει και αυτός. Περιμέναμε με αγωνία. Κάποτε όμως ακούστηκε η βροντερή φωνή του: Αν θα βγω θα βγω πυροβολώντας. Περιμέναμε για λίγο ακόμα και τότε διατάχθηκα να ρίξω τη χειροβομβίδα μέσα στο κρησφύγετο. Ταυτόχρονα αρχίσαμε ομαδικά πυρά. Ο Μάτσης σκοτώθηκε. Δεν ξέρω αν τον σκότωσα εγώ… Μάτσης…Μάτσης…ήταν γερός, ήταν παλικάρι. Θέλω να παραστώ στο μνημόσυνο αυτού του παλικαριού. Θέλω να γνωρίσω τους δικούς του, την οικογένειά του».

Έτσι φύλαξε ο Μάτσης τις Θερμοπύλες του. Η σάρκα έγινε ολοκαύτωμα στο κρησφύγετο του Δικώμου, το πνεύμα του λυτρώθηκε και από ψηλά όπου ευρίσκεται παρακολουθεί τα βήματά μας.

Η γενιά του Μάτση επαλήθευσε, ξανά το αξίωμα της ελληνικής Ιστορίας, ότι, τηρουμένων πάντοτε των ορθών αναλογιών, πολλές φορές ο δρόμος προς την νίκη της Σαλαμίνος περνά μέσα από τη θυσία των θερμοπυλών.
Με οδηγό μας, και πρότυπο τον Κυριάκο Μάτση, αργά ή γρήγορα, πρόσφυγες και μη, «θα πάμε», όπως είπε ο Κυριάκος Μάτσης, «αφέντες τα σπίτια, στις δουλειές μας και θα χτίσουμε σαν ελεύθεροι άνθρωποι το σπιτικό μας».

Απόσπασμα από τα πρακτικά του Συλλόγου Ανόρθωσις Αμμοχώστου, κατά τη συνεδρία της 19ης Νοεμβρίου 1958, μετά τη θυσία του ήρωα του απελευθερωτικού αγώνα ΕΟΚΑ 55-59, Κυριάκου Μάτση.

«Ο Κυριάκος Χριστοφή Μάτσης, ο οποίος ως μέλος του Συλλόγου ελάμβανε πάντοτε ενεργόν μέρος εις όλας τας εθνικάς εκδηλώσεις του Συλλόγου, εθυσιάσθη υπέρ βωμών και εστιών μαχόμενος εναντίον των Βρεττανικών Δυνάμεων εις το παρά το Δίκωμον κρησφύγετόν του. Η αυτοθυσία του θα είναι παράδειγμα διά τάς επερχομένας γενεάς διά να αντλούν δύναμιν διά τούς υπέρ ελεθερίας αγώνας».

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ