Το 2018 ο Αλέξανδρος Χαμπίδης που έγινε γνωστός ως Πάπυρος έδωσε συνέντευξη στον Στέλιο Παπαμωϋσεως στην SPORTDAY.
Αναλυτικά πιο κάτω τα όσα είχε πει τότε
Από τους μεγαλύτερους τερματοφύλακες που πέρασαν ποτέ από τα Κυπριακά γήπεδα ήταν ο Αλέξανδρος Χαμπίδης, που έγινε γνωστός με το επίθετο Πάπυρος. Δημοσιεύουμε τη συνέντευξη που παραχώρησε στο Στέλιο Παπαμωϋσέως η μεγάλη δόξα της Ανόρθωσης και η οποία δημοσιεύεται σήμερα στη SPORTDAY.
Δόξασε και δοξάστηκε με την φανέλα της παντοδύναμης Ανόρθωσης στην οκταετία 1956 – 64, όταν κυριάρχησε και απέκτησε και το προσωνύμιο της Μεγάλης Κυρίας του ποδοσφαιρικού μας χώρου.
Και ήταν μαζί με μια φουρνιά τεράστιων της εποχής όπως οι Ιακώβου, Σιαλής, Σιάηλος, Άντης, Ζάγκυλος, Χαραλάμπους, Παντελάκης, Τσούκκας, Καράς και αρκετοί ακόμη που μέχρι σήμερα αυτοί που τους είδαν αγωνιζόμενους, τους θυμούνται με νοσταλγία και μιλούν με απόλυτο θαυμασμό γι αυτούς.
Ο Πάπυρος κατέχει και μια αξιοζήλευτη επίδοση, ίσως είναι και ρεκόρ για την Ανόρθωση καθώς σε 9 γεμάτες περιόδους κατέκτησε ισάριθμα τρόπαια, για την ακρίβεια ήταν πρωταθλητής 1957, 58, 60, 62 και 63, κυπελλούχος 1959,62 και 64, ενώ πήρε και την Ασπίδα του 1962 και να αναφέρω ότι δεν διεξήχθη πρωτάθλημα το 1959 και το 1964, ενώ κύπελλο δεν διοργανώθηκε το 1957, 58, 60 και 61, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε τότε.
Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε στον Άγιο Θεόδωρο Καρπασίας στις 12 Μαΐου του 1935 και εξηγεί πως βρέθηκε στην Ανόρθωση.
«Αγωνιζόμουν σε όλες τις θέσεις στο Γυμνάσιο που φοιτούσα, δοκίμασα με άλλους συμμαθητές μου να θέσουμε τις βάσεις για να αγωνιστούμε στην Ανόρθωση που ήταν και η ομάδα μου, αλλά η πρώτη απόπειρα ήταν ανεπιτυχής γιατί δεν εγκρίθηκα από τον τότε προπονητή Βασιλείου ανάμεσα σε 35 πάνω κάτω υποψήφιους . Συνέχισα την προσπάθεια και φάνηκα και τυχερός γιατί σε ένα αγώνα φιλικό που έδινε η Σαλαμίνα και ήμουν παρών, τραυματίστηκε ο τερματοφύλακας και τον αντικατέστησα κάνοντας μάλιστα μεγάλη εμφάνιση που είχε ως αποτέλεσμα να ενδιαφερθούν οι Ερυθρόλευκοι σε τέτοιο βαθμό που ήμουν έτοιμος να πάω σε αυτούς. Με παρέμβαση όμως των Αντώνη Παπαδόπουλου και Κωστάκη Αντωνιάδη που ειδοποίησαν τον αδερφό μου για την πιθανή εξέλιξη, υπέγραψα στην Ανόρθωση το 1953 και για δυο χρόνια έμεινα στην δεύτερη ομάδα και από το 55 έως και το 64 αγωνίστηκα στην σπουδαία Ανόρθωση της εποχής».
Εννέα χρόνια ισάριθμοι τίτλοι που θα μπορούσαν να ήταν πολύ περισσότεροι αν διεξάγονταν όλες οι διοργανώσεις…
«Πραγματικά ήταν πολύ μεγάλη εκείνη η ομάδα με τεράστιους παίκτες, ενώ να θυμίσω ότι ο πρώτος μας τίτλος ήρθε με αήττητη πορεία».
Ποιος ή ποιοι βοηθήσαν τον Πάπυρο στην μεγάλη καριέρα και τι ξεχωρίζει από αυτή;
«Ο Αντώνης Παπαδόπουλος ήταν μέγα κεφάλαιο για την Ανόρθωση και όχι μόνο. Δάσκαλος, προπονητής, αγωνιστής και πάνω από όλα άνθρωπος. Με βοήθησε και εμένα και τους νεαρούς της εποχής που έκαναν στην συνέχεια λαμπρή καριέρα, όπως δίπλα μας ήταν και ο Κωστάκης Αντωνιάδης. Δεν ξεχωρίζω κάτι από αυτή την δεκαετία, γιατί όλα ουσιαστικά κυλούσαν πολύ καλά για την ομάδα στο αγωνιστικό κομμάτι. Ήταν όμως στην καρδιά του ενδόξου αγώνα της ΕΟΚΑ που ξεκινούσε η μεγάλη ομάδα της Ανόρθωσης να μεγαλουργεί. Η αλήθεια είναι ότι ήμασταν και ποδοσφαιριστές, αλλά και αγωνιστές και εκεί γνώρισα και τον Αυξέντιου που να αναφέρω ότι πολλές φορές πηγαίναμε στην πρώτη χρονιά στην Λύση για να τον πάρουμε στα ματς γιατί είναι γνωστό ότι ήταν οπαδός μας, ενώ αδελφικός φίλος ήταν ο Νίκος Σαμψών με τον οποίο αγωνιστήκαμε στην δεύτερη ομάδα περισσότερο, ενώ στον αγώνα συμμετείχαν πολλοί, εγώ για παράδειγμα ήμουν στην ομάδα με Σιάηλο και Χατζηλοΐζου».
Τι κέρδισε ο Πάπυρος από την παρουσία του στην Ανόρθωση και τι νοσταλγεί;
«Θα πω ότι είμαι περήφανος που ακόμη και σήμερα πολλοί ρωτούν τι κάνω και πριν καθηλωθώ λόγω προβλήματος στα πόδια, βρισκόμουν με αρκετούς και θυμούμασταν τα παλιά τα οποία είναι λογικό να νοσταλγώ, παραπάνω εννοείται το Βαρώσι και το ΓΣΕ…».
Πώς προέκυψε το προσωνύμιο Πάπυρος;
«Στο ξεκίνημα όταν ήμουν πολύ καλός και στα χαμηλά σουτ, ο τρόπος που αντιδρούσα και έδιωχνα την μπάλα, έκανε κάποιους να μου πουν ότι μοιάζω σαν παπύρα που ελίσσεται και στόμα με στόμα πέρασε στον κόσμο και στο τέλος έκανα και ένορκη δήλωση και επίσημα έχω το επίθετο αυτό παντού…».
Τι πριμ είχατε τότε για κατακτήσεις για παράδειγμα πρωταθλήματος η και κυπέλλου;
«Στα πρώτα χρόνια ουσιαστικά τίποτα, αντίθετα, παπούτσια και ειδικά για τερματοφύλακες, επιγονατίδες και άλλο εξοπλισμό, από την τσέπη μας τα αγοράζαμε. Κάποτε μια έξοδος ομαδική ήταν το έπαθλο και στο τέλος της βραδιάς βάζαμε και εκεί το χέρι στην τσέπη. Προς το τέλος κάθε νίκης παίρναμε δυο λίρες και στην ισοπαλία μια, αλλά να πω τότε η αγάπη για την ομάδα ήταν υπεράνω και το εννοώ.
Για μένα οικογένεια, πατρίδα και θρησκεία συν την Ανόρθωση ήταν ότι είχα και έχω Ιερό στον κόσμο…».
Γιατί σε ηλικία μόλις 28 χρονών τερμάτισες μια καριέρα που ήταν στο αποκορύφωμά της, είναι ένα διαχρονικό ερώτημα…
«Απλά γιατί οι πολλοί και σοβαροί τραυματισμοί αλλά και οι επαγγελματικές και οικογενειακές υποχρεώσεις ήταν αδύνατο να παρακαμφθούν και σχεδόν αδύνατο να συνυπάρξουν με το ποδόσφαιρο, γι’αυτό και πήρα την απόφαση να αφεθώ οριστικά στις ιεραρχικά πλέον κορυφαίες μου υποχρεώσεις εκείνη την εποχή».
Την Ανόρθωση συνέχισες μετά να την παρακολουθείς;
«Ασφαλώς πήγαινα συχνά στο γήπεδο μέχρι που μπορούσα να κινηθώ πολύ καλά ,γιατί απλά η ομάδα ήταν και παραμένει σε περίοπτη θέση στην καρδιά μου. Ήμουν, είμαι και θα είμαι ένας αγνός οπαδός της Μεγάλης Κυρίας και ευχαριστώ πολύ όσους με στήριξαν, αυτούς που με τίμησαν και στα 100 χρόνια της ομάδας και όχι μόνο και αυτούς που συνεχώς βρέθηκαν κοντά στην ομάδα ειδικά σε δύσκολες της στιγμές. Είναι εκεί που φαίνονται οι πραγματικοί οπαδοί …».
Έφτασες δυο γενεές παικτών στην ομάδα, ποιους ξεχωρίζεις;
«Είχαμε παίκτες κλάσης μεγάλης σε αυτή την δεκαετία και θα αδικήσω κάποιους .Όλοι ήταν πολύ καλοί γι΄ αυτό και τα αποτελέσματα που είχαμε, και το ευτύχημα είναι ότι όσοι έφευγαν λόγω ηλικίας η και μεταγραφής, είχε έτοιμους αντικαταστάτες με τελευταίο που θυμάμαι τον Αντωνάκη Καφφά που έπαιξε στην ομάδα σε ηλικία 16 χρονών, όταν στο τελευταίο για μένα κύπελλο το 64 κέρδισε το ΑΠΟΕΛ με 3-0».
Η παράδοση της οικογένειας Πάπυρου θα συνεχιστεί στη Ανόρθωση;
«Μακάρι, θα είναι πολύ όμορφο, αλλά κανείς δεν ξέρει. Πάντως έχω εγγόνο 13 ετών τον Ανδρέα Ζούγκρο από την Αγία Τριάδα της Γιαλούσας, που αγωνίζεται τερματοφύλακας…».
Πρόταση από Παρτιζάν
Υπήρχαν συμπαίκτες του Πάπυρου που πήραν μεταγραφή για μεγάλες ομάδες της Ελλάδας εκείνη την εποχή, όπως ο Ιακώβου και ο Σιάηλος, ο ίδιος είχε κάποια πρόταση;
«Η αλήθεια είναι ότι από Ελλάδα δεν υπήρξε ενδιαφέρον, όμως πρόταση και μάλιστα σοβαρή υπήρξε από την Παρτιζάν Βελιγραδίου την οποία τον Σεπτέμβριο του 63 την αντιμετωπίσαμε δυο φορές και χάσαμε με 3-0 και 3-1 αντίστοιχα, όμως έκανα ένα από τα κορυφαία ματς στην καριέρα μου και αυτό έφερε και το ενδιαφέρον των Σέρβων».
Δεν έγινε όμως ποτέ η μεταγραφή…
Για επαγγελματικούς και οικογενειακούς λόγους βασικά. Βλέπετε τότε ήταν πολύ διαφορετικά τα δεδομένα γενικώς».
Την ονόμασε «Μεγάλη Κυρία»
Πολύ λίγοι γνωρίζουν πότε και ποιος έδωσε το προσωνύμιο Μεγάλη Κυρία στην Ανόρθωση, που την συνοδεύει μέχρι σήμερα και την τιμά ιδιαιτέρως, ενώ έγινε σύνθημα του κόσμου της ειδικά σε κάθε μεγάλη επιτυχία.
Ο Πάπυρος ήταν ο …τατάς και εξηγεί το όλο ιστορικό…
«Ήμουν οπαδός, καλύτερα θαυμαστής, της μεγάλης ομάδας της Γιουβέντους που είχε από τότε το προσωνύμιο της Κυρίας του Κάλτσιο και το ιστορικό ξεκινά σε μια χρονιά που είχαμε διπλούς αγώνες με την Νέα Σαλαμίνα για την ενίσχυση του ταμείου της ΚΟΠ λίγο μετά το Πάσχα ο πρώτος, και την Πρωτομαγιά ο δεύτερος. Στον πρώτο χάσαμε 2-1, αλλά στο δεύτερο κερδίσαμε με 8 -0. Ενθουσιασμένος την επομένη στο καθαριστήριο που διατηρούσα στην Αμμόχωστο, έγραψα με μεγάλα γράμματα Μεγάλη Κυρία 8 – Σαλαμίνα 0 και από τότε έμεινε το προσωνύμιο αυτό για την Ανόρθωση. Ήταν έμπνευση της στιγμής αλλά και θαυμασμός για την μεγάλη και τότε Γιουβέντους και ταυτόχρονα αντανακλούσε στην κυριαρχία της ομάδας μας εκείνης την εποχής. Δεν ήξερα βέβαια τότε, ότι εκείνη η απόφαση, η έμπνευση της στιγμής αν προτιμάτε, θα έγραφε ιστορία, όπως και η Ανόρθωση η ίδια, και πραγματικά όταν ακούω αυτό το σύνθημα συγκινούμαι, συγκινούμαι πολύ…», λέει ο Πάπυρος.
Και την ευχή σου κύριε Αλέξανδρε ως επίλογο;
«Να πάμε ξανά στην Αμμόχωστο, να την αντικρύσω και ας κλείσω τα μάτια και μακάρι όλοι να πάνε εκεί που βρίσκονται οι πρόγονοί τους».